Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

Κώστας Κρυστάλλης

Ὁ Κώστας Κρυστάλλης, γράφει ὁ Γρηγόριος Ξενόπουλος, ἦτο γνήσιος καλλιτέχνης. Δὲν ἔγραψε μίαν σελίδα, μίαν γραμμὴν χωρὶς τὴν σφραγῖδα τῆς ἰδιοφυοῦς ψυχῆς του. Καὶ τὰ πεζά του καὶ τὰ ἔμμετρα, καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ εἰς ἁπλὴν καὶ ἀνεπιτήδευτον καθαρεύουσαν γραμμένα - διότι ἀπ᾿ ἀρχῆς ὁ ποιητὴς δὲν εἶχε κατανοήσει ὅτι αἱ λαϊκαί του ἐμπνεύσεις παντοῦ καὶ πάντοτε, μόνον διὰ τῆς λαϊκῆς γλώσσης, ἦτο δυνατὸν ν᾿ ἀποδοθοῦν καὶ ἐταλαντεύετο ζητῶν τὸν ἀληθῆ δρόμον, ὅπως ὁ ἀεροπόρος πρὶν ἀναλάβει τὴν πρὸς τὰ ὕψη πορείαν- ὅλα μαρτυροῦν ὅτι ὁ Κρυστάλλης ἔβλεπε καὶ ἠσθάνετο βαθέως, εἰλικρινῶς, ἀνθρωπίνως, ἄνευ τῆς μεσολαβήσεως ξένων ἀναγνωσμάτων, ἀπηλλαγμένος πάσης μιμήσεως, παντὸς ψιττακισμοῦ.http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/kwstas_krystallhs_poems.htm


Τὸ τραγούδι τοῦ τρυγητοῦ

Τὸ λέει ὁ πετροκότσυφας στὸ δροσερὸ τ᾿ αὐλάκι,
τὸ λὲν στὰ πλάια οἱ πέρδικες, στὴν ποταμιὰ τ᾿ ἀηδόνια,
τὸ λὲν στ᾿ ἀμπέλια οἱ λυγερές, τὸ λὲν μὲ χίλια γέλια,
τὸ λέει κ᾿ ἡ Γκόλφω ἡ ὄμορφη, τὸ λέει μὲ τὸ τραγούδι:
- Ἀμπέλι μου, πλατύφυλλο καὶ καλοκλαδεμένο,
δέσε σταφύλια κόκκινα, νὰ μπῶ νὰ σὲ τρυγήσω,
νὰ κάμω ἀθάνατο κρασί, μοσκοβολιὰ γιομάτο.
Μὲς στὰ κατώγια τὰ βαθιὰ σὰν μόσχο νὰ τὸ κρύψω,
νὰ τὸ φυλάξω ὀλάκαιρες χρονιές, ἀκέριους μῆνες,
ὥσπου νὰ ῾ρθεῖ μίαν ἄνοιξη, νἄρθει ἕνα καλοκαίρι,
νὰ γύρει ἀπὸ τὴ μακρινὴ τὴν ξενιτιὰ ὁ καλός μου.
Νὰ κατεβῶ μὲς στὴν αὐλή, νὰ πιάκω τ᾿ ἄλογό του,
νὰ τὸν φιλήσω ἀγκαλιαστὰ στὰ μάτια καὶ στὸ στόμα,
νὰ τὸν κεράσω, ἀμπέλι μου, τ᾿ ἀθάνατο κρασί σου,
τῆς ξενιτιᾶς τὰ βάσανα νὰ πᾶν, νὰ τὰ ξεχάσει.


Τραγούδι τοῦ ἀργαλειοῦ

Ἡ Ζερβοπούλα ἡ ὄμορφη κι ἀρχοντοδυγατέρα
στὸν ἀργαλιὸ τῆς ὕφαινε κι ἀνάρια ἐτραγουδοῦσε:
- Διασίδι, καλοδιάσιδο, γνεμένο στὸ νυχτέρι,
διασίδι μ᾿, ὄντας σ᾿ ἔγνεθα, τὸν συχνονειρεύομουν,
διασίδι, ὄντας σ᾿ ἐδιάζομουν, ἦρθεν ἀπὸ τὰ ξένα,
διασίδι, ὄντας σ᾿ ἐτύλιγα στὴν ἐκκλησιὰ τὸν εἶδα,
διασίδι, ὄντας σ᾿ ἐκόλναγα, μὄστειλεν ἀρραβῶνα.
Παῖξε ἀργαλιέ μου, βρόντησε, πέτα χρυσὴ σαΐτα,
τρίχτε καημένα χτένια μου, βαστᾶτε τὸν ἠχό μου,
νὰ βγοῦν τὰ ὑφάδια γλήγορα, νὰ ράψω τὰ προικιά μου,
γιατ᾿ ὁ καλός μου βιάζεται, βιάζεται νὰ μὲ πάρει!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΓΙΟΓΡΑΦΟΣ-ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ

Ἀπὸ «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ» ἔτος β´ τόμος τέταρτος τεῦχος 45, Χριστούγεννα 1949 ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ  Χριστούγεννα, στὰ 1864, ἔκανε μεγάλη φουρτούνα μὲ...

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου