Η Άγκαθα Κρίστι (1890-1976) κατέχει τον τίτλο της δημοφιλέστερης συγγραφέως όλων των εποχών: οι πωλήσεις των βιβλίων της έχουν ξεπεράσει τα δύο δισεκατομμύρια αντίτυπα – τα μισά στα αγγλικά και τα υπόλοιπα σε πάνω από 100 άλλες γλώσσες. Είναι κυρίως γνωστή για τα αστυνομικά της έργα –66 μυθιστορήματα και 14 συλλογές διηγημάτων μυθιστόρημα Και δεν έμεινε κανένας είναι το μεγαλύτερο μπεστ σέλερ της αστυνομικής λογοτεχνίας διαχρονικά και, σε διεθνή ψηφοφορία που διεξήχθη το 2015 ανάμεσα σε λάτρεις των βιβλίων της σε πάνω από 100 χώρες, ψηφίστηκε ως το καλύτερο μυθιστόρημά της.
Δέκα άνθρωποι που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους και φαινομενικά δεν τους συνδέει τίποτα, πέρα από την πρόσκληση που έχουν λάβει –για εργασία ή διακοπές– απ’ τους μυστηριώδεις ιδιοκτήτες της Νήσου Σόλτζερ, βρίσκονται στο εν λόγω νησί απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο. Πρόκειται για τον πλούσιο νεαρό Άντονι Μάρστον, το ζεύγος Έθελ και Τόμας Ρότζερς, τον στρατηγό Τζον Μακάρθουρ, τη γεροντοκόρη Έμιλι Μπρεντ, τον δόκτορα Έντουαρντ Άρμστρονγκ, τον πρώην αστυνομικό Ουίλιαμ Μπλορ, τον τυχοδιώκτη Φίλιπ Λόμπαρντ, τη γυμνάστρια Βέρα Κλέιθορν και τον δικαστή Λόρενς Γουόργκρεϊβ.
Στο δωμάτιο καθενός από αυτούς υπάρχει κορνιζαρισμένο ένα παλιό, γνωστό παιδικό τραγουδάκι: «Δέκα μικροί στρατιώτες πήγαν να φάνε μια φορά,/ ο ένας τρώγοντας πνίγηκε και έμειναν εννιά./ Εννιά μικροί στρατιώτες ξενύχτι κάνανε γερό,/ ο ένας παρακοιμήθηκε και έμειναν οκτώ…» που είναι το πρώτο κλείσιμο του ματιού της Άγκαθα Κρίστι στον αναγνώστη, αλλά και του μυστηριώδους κυρίου Όουεν, ιδιοκτήτη της Νήσου Σόλτζερ (soldier = στρατιώτης) στα δέκα αυτά άτομα, που αρχίζουν ένα ένα να χάνουν τη ζωή τους με τους τρόπους που περιγράφονται στο τραγουδάκι. Ανυποψίαστοι όλοι αρχικά, σύντομα καταλαβαίνουν ότι είναι υποψήφια θύματα και αρχίζουν ν’ αναζητούν τον δολοφόνο ανάμεσά τους, δηλαδή γίνονται εξ ανάγκης και ντετέκτιβ, που μάλιστα πρέπει να κάνουν και κάποιες συμμαχίες μεταξύ τους, μη γνωρίζοντας αν συμμαχούν με τον δολοφόνο.
Εξαιρετική η σύλληψη, όπως και η πλοκή. Η ίδια η Άγκαθα Κρίστι σημειώνει για το βιβλίο της αυτό: «Το έγραψα γιατί ήταν τόσο δύσκολο, που έβρισκα συναρπαστική την ιδέα. Δέκα άτομα έπρεπε να πεθάνουν, χωρίς το εγχείρημα να γίνει γελοίο ή να είναι προφανές ποιος είναι ο δολοφόνος». Και, βέβαια, δεν είναι διόλου προφανές. Αναζητώντας τον δολοφόνο, ο αναγνώστης δεν μπορεί παρά να αναλογιστεί πόσο ορισμένες επιλογές του παρελθόντος –είτε πρόκειται για προμελετημένα εγκλήματα είτε για πράξεις εγκληματικής αμέλειας– βαραίνουν στο μέλλον αλλά, κυρίως, ποιος έχει το δικαίωμα να απονείμει δικαιοσύνη και με ποιους όρους. Διότι είναι ένας πέλεκυς που πέφτει βαρύς –κυριολεκτικά– στα κεφάλια όσων πατούν το πόδι τους στη Νήσο Σόλτζερ.
Απόσπασμα
".....Είχαν φάει καλά. Ήταν όλοι ικανοποιηµένοι µε τον εαυτό τους και µε τη ζωή. Το ρολόι έδειχνε εννέα και είκοσι. Έπεσε σιωπή – µια άνετη, ικανοποιηµένη σιωπή.
Μέσα σε αυτή τη σιωπή ακούστηκε η Φωνή. Χωρίς προειδοποίηση, απάνθρωπη, διαπεραστική…
«Κυρίες και κύριοι! Σιωπή παρακαλώ!»
Όλοι ξαφνιάστηκαν. Κοίταξαν γύρω τους, κοίταξαν ο ένας τον άλλον, τους τοίχους. Ποιος µιλούσε;
Η Φωνή συνέχισε – µια πολύ καθαρή φωνή:
«Σας απαγγέλλονται οι παρακάτω κατηγορίες:
»Έντουαρντ Τζορτζ Άρµστρονγκ, ότι τη 14η Μαρτίου 1925 προκάλεσες τον θάνατο της Λουίζα Μέρι Κλις.
»Έµιλι Κάρολαϊν Μπρεντ, ότι την 5η Νοεµβρίου 1931 ήσουν υπεύθυνη για τον θάνατο της Μπέατρις Τέιλορ.
»Ουίλιαµ Χένρι Μπλορ, ότι τη 10η Οκτωβρίου 1928 προκάλεσες τον θάνατο του Τζέιµς Στίβεν Λάντορ.
»Βέρα Ελίζαµπεθ Κλέιθορν, ότι την 11η Αυγούστου 1935 σκότωσες τον Σίριλ Ότζιλβι Χάµιλτον.
»Φίλιπ Λόµπαρντ, ότι τον Φεβρουάριο του 1932 ήσουν ένοχος για τον θάνατο είκοσι ενός ανδρών, µελών µιας φυλής της Ανατολικής Αφρικής.
»Τζον Γκόρντον Μακάρθουρ, ότι την 4η Ιανουαρίου 1917 έστειλες σκόπιµα στον θάνατο τον εραστή της γυναίκας σου, τον Άρθουρ Ρίτσµοντ.
»Άντονι Τζέιµς Μάρστον, ότι τη 14η του περασµένου Νοεµβρίου ήσουν ένοχος για τον φόνο του Τζον και της Λούσι Κοµπς.
»Τόµας Ρότζερς και Έθελ Ρότζερς, ότι την 6η Μαΐου 1929 προκαλέσατε τον θάνατο της Τζένιφερ Μπρέιντι.
»Λόρενς Τζον Γουόργκρεϊβ, ότι τη 10η Ιουνίου 1930 ήσουν ένοχος για τον φόνο του Έντουαρντ Σέτον.
»Κατηγορούµενοι, έχετε να πείτε τίποτα προς υπεράσπισή σας;......»

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου